Σε συνέντευξη που έδωσε ο Υφυπουργός Παιδείας, Διά Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων, Ιωάννη Πανάρετου, αναφέρθηκε στο θέμα των βάσεων στις φετινές πανελλαδικές εξετάσεις καθώς για το μέλλον των ΑΕΙ- ΤΕΙ, παραθέτουμε σημεία της συνέντευξης.
Για τις βάσεις φέτος: Περιμένουμε να ολοκληρωθεί η βαθμολόγηση, σημασία έχει ότι οι υποψήφιοι και οι γονείς τους δεν θα πρέπει να προβληματίζονται και να συγκρίνουν τις επιδόσεις των μαθητών με τη περσινή χρονιά γιατί έχουμε ένα διαγωνισμό. Σημασία έχει να δούμε την σχετική κατάταξη, πέρυσι κάποιος με 19 μπορεί να μπήκε σε κάποια σχολή και άλλος με 18 να μην μπήκε ενώ φέτος να συμβεί αυτό με 16 και 15.
Δεν αποτελεί ένδειξη διαφοράς ποιότητας της εκπαίδευσης που πήραν τα παιδιά ούτε αρνητικό στοιχείο για την απόδοση των μαθητών. Θα έχουμε όμως μεγαλύτερη κατανομή της βαθμολογίας ώστε να μην έχουμε υπερσυγκέντρωση αριστούχων όπου η επιτυχία να εξαρτάται από ένα μόριο που μπορεί να είναι μια έκφραση στο γραπτό ή μια διαφορετική αξιολόγηση από καθηγητή. Επομένως νομίζω ότι θα έχουμε ένα πολύ καλύτερο τρόπο διαχωρισμού των υποψηφίων και εισαγωγή αυτών με την καλύτερη απόδοση στις σχολές μεγάλης ζήτησης αλλά και των υπολοίπων υποψηφίων στις άλλες σχολές.
Για τους εκπαιδευτικούς των ξένων γλωσσών πλην της αγγλικής που διαμαρτύρονται για την κατάργηση της επιλογής 2ης ξένης γλώσσας: Αυτό που αντιλαμβάνομαι ότι προσπαθούμε να κάνουμε είναι να εξορθολογήσουμε το σύστημα, το να έχει κανείς τη δυνατότητα επιλογής πολλών γλωσσών ανεξάρτητα από την ανταπόκριση που έχουν τα παιδιά στις γλώσσες αυτές είναι μιας πολυτέλεια που η χώρα δεν μπορεί να την αντέξει δηλαδή το να έχεις ένα πολύ μικρό αριθμό μαθητών που επιλέγουν ρώσικα, γερμανικά, γαλλικά και να προσφέρεις όλο αυτό το πλέγμα των γλωσσών, ειδικά όταν τα παιδιά δεν δείχνουν να επιθυμούν σε μεγαλύτερους αριθμούς αυτή τη γλώσσα, δεν υπάρχει η δυνατότητα. Αντιλαμβάνομαι ότι οι επιλογές θα γίνονται με βάση τις προτιμήσεις των παιδιών και δεν θα υπάρχει μια ευρεία γκάμα ξένων γλωσσών με πολύ μικρούς αριθμούς μαθητών.
Για το μέλλον των ΑΕΙ- ΤΕΙ, λόγω υποχρηματοδότησης: Θίγετε από μια ενδιαφέρουσα προσέγγιση ένα θέμα, το που πηγαίνουν τα πανεπιστήμια σε όλο τον κόσμο, τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν, τα νέα δεδομένα και πως ανταποκρίνονται. Η εντύπωση που έχει δημιουργηθεί ότι κόβονται οι έκτακτοι δεν είναι ακριβής. Θα πρέπει το κάθε τμήμα να τεκμηριώνει την ανάγκη για κάθε συγκεκριμένη θέση. Φέτος είχαμε προβλήματα αναφέρατε στο ρεπορτάζ σας νωρίτερα, ότι ΤΕΙ κυρίως είχαν προσλάβει προσωπικό σε μεγάλους αριθμούς για το οποίο δεν υπήρχε κάλυψη, οικονομικές δυνατότητες.
Όπου χρειάζεται θα υπάρξει χρηματοδότηση αυτό το λέει και το έγγραφο που έχω στείλει άλλα αυτή η καλύτερη καταγραφή των αναγκών θα βοηθήσει σε πολλές περιπτώσεις, έχω μια σειρά από παραδείγματα όπου βλέπει κανείς παρόμοια τμήματα σε διαφορετικά πανεπιστήμια να έχουν τελείως διαφορετικά μεγέθη. Δηλαδή, ένα τμήμα κάπου να έχει 50 μαθήματα προαιρετικά και άλλο 90. Υπάρχει τμήμα στο ΑΠΘ που έχει 224 προαιρετικά μαθήματα, αυτό δεν είναι μόνο θέμα κόστους έχει και άλλες παρενέργειες στην εκπαιδευτική διαδικασία, απαιτούνται πολύ περισσότερα μαθήματα για να πάρει πτυχίο ο φοιτητής, ο φοιτητής μένει πολύ περισσότερα χρόνια στο πανεπιστήμιο χωρίς να αποκτά περισσότερα εφόδια, έχουμε παράδειγμα γνωστικού αντικειμένου που στη χώρα μας χρειάζεται κανείς για να πάρει πτυχίο, 70 μαθήματα και στα μεγαλύτερα πανεπιστήμια του εξωτερικού χρειάζεται 35 μαθήματα. Τα 70 μαθήματα πέραν του ότι προσθέτουν βάρος στους φοιτητές, προσθέτουν και κόστος στο πανεπιστήμιο.
Για τον περιορισμό της αυτονομίας των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων από το κράτος: Ο κεντρικός στόχος του υπουργείου παιδείας είναι η αυτοτέλεια , όμως πώς αυτή την στιγμή θα λειτουργήσει καλύτερα η αυτοτέλεια όταν το κόστος του προσωπικού που είναι το μεγαλύτερο κόστος για ένα ίδρυμα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης προέρχεται αποκλειστικά από το κράτος, αυτό που έχει σημασία και με το οποίο θα συμφωνήσουμε και με τα πανεπιστήμια και τα ΤΕΙ είναι να έχουν ένα συνολικό προϋπολογισμό και μέσα από αυτόν να προσδιορίζουν καλύτερα τις ανάγκες τους, ενώ τώρα οι ανάγκες όσον αφόρα το διδακτικό προσωπικό είναι ευθύνη άλλου, είναι της κεντρικής διοίκησης δηλαδή χρηματοδοτείται από τον κρατικό προϋπολογισμό και τους φορολογούμενους.
Να παρατηρήσω όμως ότι σε στιγμές οικονομικής κρίσης τα πανεπιστήμια δεν χρειάζεται απλώς να προσαρμοστούν στα δεδομένα, πρέπει να είναι πρωτοπόρα στην αντιμετώπιση της κρίσης.
Το 2008 όταν ξεκίνησε η παγκόσμια οικονομική κρίση, πανεπιστήμια τα οποία δεν είχαν τόσο μεγάλη εξάρτηση από την κεντρική κυβέρνηση, έκαναν εντυπωσιακές ενέργειες για να ανταποκριθούν στην κρίση, συγκεκριμένα τα παν/μια του Stanford και του Berkeley, το μεν αναγκάστηκε να απολύσει διοικητικό προσωπικό και να παγώσει όλους τους διορισμούς για ένα χρόνο, το δε Berkeley έκοψε ένα μισθό από τους καθηγητές του.
Αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να το ακολουθήσουμε και εμείς αλλά στην προκειμένη περίπτωση- στους έκτακτους καθηγητές- τα ίδια τα πανεπιστήμια να βρουν τρόπους. Μπορεί να χρειαστεί να συγχωνεύσουν τμήματα ή προγράμματα, δεν έχει έννοια σε ένα πανεπιστήμιο να έχουμε ταυτόχρονα τμήμα μαθηματικών και τμήμα εφαρμοσμένων μαθηματικών. Το ΑΠΘ έχει κάνει ενδιαφέρουσες σκέψεις πώς να πάει μπροστά το πανεπιστήμιο, να ξεφύγει από αυτή τη σχέση με το υπουργείο, τι δίνει και τι δε δίνει, και να γίνει ανταγωνιστικό σε διεθνές επίπεδο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου